Το μυστικό

meaning of lifeΜια φορά κι έναν καιρό, η Ζωή μ’ εμφύσησε πρόθυμα την ανάσα, ψιθυρίζοντάς μου στ’ αυτί, το μυστικό για να μπορώ να πετάω!

Μα μεγαλώνοντας, χαμένος στις δαιδαλώδεις έγνοιες, τις ευθύνες και τα βάρη, όπως λένε, της ενήλικης ζωής, αλίμονο, το λησμόνησα!

Από τότε, αδιάκοπα περιπλανιέμαι, σπαταλώντας τις πολύτιμες στιγμές μου σ’ άκαρπες, μάταιες αναζητήσεις, σφιχτά κρατώντας στις παλάμες μου μιαν άσβεστη ελπίδα, κάπου να ξανασυναντήσω τη Ζωή, ποθώντας να της αποσπάσω και πάλι, ‘κείνο το αέναα μικρό μυστικό, π’ άλλοτε έκρυβα με τόση χαρά στη καρδιά μου: το πώς ν’ απογειώνομαι για πτήσεις μακρινές!

Κάθε φορά, σε κάθε καιρό,που η Ζωή μας χαρίζει απλόχερα την εντός μας πνοή, μαζί με αυτήν, μας κληροδοτεί το μυστικό για πτήσεις ξεχωριστές, μαζί με δύο μεγάλα, μα συχνά, διπλωμένα φτερά, των οποίων την ύπαρξη, τις πιο πολλές φορές, συμβαίνει να ξεχνάμε: Έτσι, αμνήμονες κι ανύποπτοι πορευόμαστε ως μεγάλοι, βαδίζοντας με βιάση, ασθμαίνοντας, με κόπο, προσπαθώντας να ξεφύγουμε απ’ την επίμονη μεθοδικότητα, τη νευρωτική επιμέλεια του παντοδύναμου χρόνου που μας καταδιώκει, λησμονώντας πώς, αντί να το βάζουμε στα πόδια, εκτεθειμένοι, εξαντλημένοι κι ανυπεράσπιστοι στο έδαφος, διαθέτουμε τα ωραιότερα φτερά για να πετάμε!

Άραγε, τι ν’ απέγινε, αυτή η τρυφερή γνώση των παιδικών μας χρόνων;

Επιβιώνει μέσα μας ακόμη, ή μήπως χάθηκε, την ώρα που άγαρμπα παλεύαμε να βολέψουμε τα πόδια μας, όπως- όπως, σπρωγμένοι απ΄τις παροτρύνσεις και τις επιθυμίες των μεγάλων, να φορέσουμε κι εμείς με τη σειρά μας, τα στενά παπούτσια της ενήλικης ζωής;

Και τι συνέβη, σ’ όλα εκείνα τα όμορφα, πολυκαιρισμένα στη μνήμη μας πια, απομεσήμερα, τότε που με τη φαντασία μας, ξέραμε να ταξιδεύουμε, ακολουθώντας νοερά τη φορά του ανέμου και των σύννεφων τα παράξενα σχήματα ή σ’ εκείνα τ’ απάνεμα δειλινά, τότε π’ απαλλαγμένοι απ’ τη βαρετή υποχρέωση να παρακολουθούμε σιωπηλά τις συζητήσεις των μεγάλων, καταφεύγαμε στο πίσω μέρος του κήπου ή της βεράντας, χαζεύοντας τ’ αστέρια, απορροφημένοι στο συναρπαστικό παιχνίδι μας, ν’ απαριθμούμε ξανά και ξανά τις λαμπερές κουκκίδες στο σκοτεινό ουράνιο στερέωμα, αψηφώντας την προειδοποίηση πως θα βγάλουμε μπιμπίκια, τόσα όσα και τ’ άστρα που μετρήσαμε, με σύντροφο μοναδικό, ένα φθαρμένο ραδιοφωνάκι;

Μια φορά κι ένα καιρό, σαν ήμασταν παιδιά, κατείχαμε τη γνώση για πτήσεις μακρινές και μαγικές, μα θαρρώ, η κακιά μάγισσα της ενηλικίωσης, μας σημάδεψε με το ραβδί της και ευθύς ξεχάσαμε πώς έχουμε φτερά, λησμονήσαμε εντελώς τον τρόπο να πετάμε!

Μέχρις ότου ανατείλει, εκείνη η ξεχωριστή μέρα, όπου τα μάγια λύνονται και τότε, απρόσμενα, τα όμορφα, παροπλισμένα από τα έτη αχρηστίας φτερά μας, ξεδιπλώνονται άτακτα, περήφανα, όταν η μνήμη του πετάγματος ακέραια πια επιστρέφει, έτσι που ενθυμούμαστε, μ’ απόλυτη βεβαιότητα τώρα, πως προερχόμαστε απ’ τον άνεμο, πως είμαστε πλασμένοι απ’ την ίδια ύλη που ζυμώθηκαν τα σύννεφα, τα όνειρα και τ΄ αστέρια!

Της Ελένης Κεπελιάν*

*Αναδημοσίευση από την ιστοσελίδα Χρονογραφήματα


Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s